Αρχική

Οδηγός για το διαδίκτυο Παιδαγωγικά  Γλώσσα Λογοτεχνία Κλασσική φιλολογία Ιστορία Υπερδεσμοί


 

Φάκελοι του Β1 - Σχολικό έτος 2009-2010

Οδυσσέας Ελύτης 1911-96

 

Ο Ελύτης ξεκίνησε από τον υπερρεαλισ΅ό, αλλά δεν υπέταξε την ποίησή του στις αυστηρές επιταγές και προδιαγραφές του κινή΅ατος. Συ΅πορεύτηκε ΅αζί του για ένα διάστη΅α, δανείστηκε στοιχεία και τα ανα΅όρφωσε, σύ΅φωνα ΅ε το προσωπικό του όρα΅α, σ’ έναν έλλογο και γλωσσικά έκπαγλο λυρισ΅ό. Η υπερβατική διάσταση του υπερρεαλισ΅ού διατηρήθηκε και αποτυπώθηκε ΅ε ευκρίνεια στα ζωγραφικά κολάζ του Ελύτη, που ο ίδιος εκτι΅ούσε και υπολόγιζε πάρα πολύ, θεωρώντας τα ΅ιαν άλλην έκφραση της ποίησής του και τα ονό΅αζε «συνεικόνες». Οι φραστικές εκπυρσοκροτήσεις που ακούγονται συχνά στα πάσης φύσεως κεί΅ενά του βρίσκονται άλλοτε εντεύθεν και άλλοτε εκείθεν της ίδιας της γλώσσας. Ο λεκτικός του πλούτος δεν έχει ταίρι στα νεότερα γρά΅΅ατά ΅ας. Η ποίηση του Καβάφη, λ.χ., όπως και του Σεφέρη, έχει γραφτεί ΅ε τη χρήση περίπου 3.500 λέξεων. Οι λέξεις που χρησι΅οποιεί ο Ελύτης είναι υπερδιπλάσιες: πλησιάζουν τις 8.000! Η ποίησή του έφερε έναν αέρα υγείας, τόλ΅ης και φωτός, ως αναγκαία αντίδραση, τουλάχιστον στην πρώτη περίοδό της, στον καρυωτακισ΅ό, ως κατάφαση στην ίδια τη ζωή. Ο πρώι΅ος χαρακτηρισ΅ός του ως «ποιητή του Αιγαίου» (τον οποίον αργότερα ο ίδιος έβρισκε όντως να ΅ην  ανταποκρίνεται στη συνολική δη΅ιουργική του πορεία, αλλά δεν αναιρεί την «ανακάλυψη» του Αιγαίου ως ποιητικού θέ΅ατος και, ταυτόχρονα, ως χώρου όπου βλάστησε η αρχαιοελληνική λυρική ποίηση ΅ε τη «΅ακρινή εξαδέρφη» του Ελύτη, τη Σαπφώ.
Η συνολική προσφορά του γνώρισε αρκετές τι΅ές. Εκτός από το Κρατικό Βραβείο που απέσπασε ΅ε το ’ξιον Εστί, ανακηρύχτηκε διδάκτορας των Πανεπιστη΅ίων Θεσσαλονίκης
(πριν από το Νό΅πελ), Σορβόννης, Λονδίνου και Αθηνών, ενώ πολλά πανεπιστή΅ια του
εξωτερικού τον κάλεσαν και τον τί΅ησαν ποικιλοτρόπως. Πανελλήνια συγκίνηση προκάλεσε η αναγγελία του θανάτου του (18 Μαρτίου 1996), και πλήθος κόσ΅ου παρακολούθησε την κηδεία του η οποία έγινε χωρίς επιση΅ότητες και χωρίς εκφωνήσεις επικηδείων λόγων, όπως το είχε ζητήσει ο ίδιος. Το σκεπτικό της Σουηδικής Ακαδη΅ίας για την απονο΅ή του Νό΅πελ Λογοτεχνίας, το 1979, δηλώνει ΅ε τρόπο επιγρα΅΅ατικό και καίριο την αξία του έργου του:
«Για την ποίησή του, που ΅ε φόντο την ελληνική παράδοση, ΅ε αισθη΅ατοποιη΅ένη δύνα΅η και πνευ΅ατική οξύνοια ζωντανεύει τον αγώνα του σύγχρονου ανθρώπου για ελευθερία και δη΅ιουργία».


 

Ο τίτλος των ποιημάτων του Ελύτη με κάνει να διακρίνω τρεις μορφές καλλιτεχνικού προσανατολισμού. Στην πρώτη περίπτωση, ο ποιητής, καθώς προσανατολίζεται είτε προς τα άγνωστα ακόμη στρώματα του εσωτερικού του κόσμου είτε προς μια ορισμένη ιδέα ποιητικής, επιχειρεί με τη σειρά διάφορες δοκιμές και περνάει από ψυχολογικούς τομείς και μορφές τέχνης, γυρεύοντας τελικά και πάγια αντικείμενα οριστικού προσανατολισμού. Η δεύτερη περίπτωση μας παρουσιάζει τον προσανατολισμό ενός ποιητή σα σύνολο από διαρκώς μεταβλητές κατευθύνσεις, σε τρόπο που να πιστοποιήσουμε πως ο μόνος σταθερός προσανατολισμός του είναι να προσανατολίζεται ακατάπαυστα. Η τρίτη περίπτωση είναι μια μεικτή και εναλλασσόμενη εφαρμογή των δύο προηγουμένων.

Ο σταθερός αυτός ποιητικός κόσμος, τοποθετημένος έξω και πέρα από τα ακρότατα σύνορα της παράδοσης, προσδιορίζεται από τις γραμμές λογής προσανατολισμών και προς νεοφανέρωτα υποκειμενικά αισθήματα και προς μια ιδεατή ονειροποίηση του κόσμου, και προς μία νέα αίσθηση της ελληνικής φύσης, και προς εξωτικές και παράτολμες φαντασιώσεις, και προς την επανασύνδεση του εγώ με την οπτική πραγματικότητα του αντικειμενικού κόσμου, και προς τη διατύπωση νέων δυνάμεων αισιοδοξίας και ζωής, και προς την πραγματολογική μα και προς τη σιβυλλική και φασματική οντότητα της γλώσσας, και προς τη συνείδηση και προς το υποσυνείδητο, γενικά δηλαδή ο κύριος ενωτικός ρυθμός όλων αυτών των επί μέρους προσανατολισμών είναι ένας διαρκής προσανατολισμός προς όλους εκείνους τους τρόπους, τις τέχνες και τα συστήματα που τα τελευταία χρόνια τείνουνε να μεταβάλουνε ολοκληρωτικά την υπόσταση και την αισθητική εμφάνιση του ποιητικού λόγου.

Η ευαισθησία του καλλιτεχνικού του ενστίκτου είναι θαυμαστή και η φαντασία του μεγάλη, όμως νομίζω πως δυνατότερα από κάθε άλλο κίνητρο ζωής ή πνευματικής δημιουργίας, τον παρορμά ο βαθύς και σχεδόν ενστικτώδης μεταφυσικός πόθος να γιομίσει την όρασή του με ποίηση, να εκκενωθεί ολόκληρος μέσα στην απόλυτη ποιητική έκφραση όχι για να λυτρωθεί, μα για να λυτρώσει τον μυστηριακό και αυθυπόστατο κόσμο των λέξεων από κάθετί που επιβουλεύεται, που προτρέχει, που περιορίζει, που υπερφαλαγγίζει την ποίηση.

Το χαρακτηριστικό αυτών των ποιημάτων είναι ένας πλατύς, όμως αδιάσπαστος ελιγμός, τεταμένης διθυραμβικής λυρικής πνοής, συνταυτισμένος μ΄ένα αδιάκοπο, εκρηκτικό ανάβρυσμα εικόνων οργανικά πρωτότυπων, που δεν αντιστοιχούνε σε απομονωμένες στιγμές της φαντασίας του ποιητή, μα την εκφράζουνε συνολικά και τη δείχνουνε να λειτουργεί σε όλη της τη μηχανική και την ποιητική πληρότητα. Ας προσέξει ο αναγνώστης στη φύση και στη σύνδεση των εικόνων αυτών και θα σχηματίσει την εντύπωση πως δεν είναι ξεσηκωμένες από τοπία εκ των προτέρων ετοιμασμένα μέσα στη φαντασία του, μα πως εκτοξεύονται σαν αυτοτελείς οπτικές οντότητες μέσα από τη βούληση της αυτογέννητης έμπνευσής του.

Η ποίηση του ελύτη, ελληνική στην ουσία της, δεν απηχεί πέρα για πέρα τις φωνές και τις δυνάμεις του φυσικού σύγχρονου ανθρώπου. Εκφράζει όμως την πλευρά εκείνη που δείχνει τις ιδιότητες του οργανισμού μας να αναπτύσσονται μέσα σε μια αναμάρτητη και σχεδόν εξιδανικευμένη αισθησιακή ευφροσύνη, προ πάντων όμως μας δίνει πλούσιες εικόνες από το βασίλειο της ύλης που αναφέραμε. Μας θαμπώνει με εικόνες, όπου νιώθουμε όχι την παρουσία της ψυχής μα την αφθονία και την αιώνια παρθενιά μιας ύλης τεχνουργημένης σύμφωνα με τις νέες αισθητικές και φυσικές κατακτήσεις του ανθρώπου.

Μα ο Ελύτης που μας ενδιαφέρει βρίσκεται ολόκληρος μέσα στην απειρόμορφα λυρική και αντικειμενική έκφραση της αδιάπτωτης οργανικής του διάθεσης να είναι πάντοτε και όσο το δυνατόν περισσότερο φύση. Να συναρθρώνεται δηλαδή η ποίησή του σε μαι θαυμαστή μηχανή φυσικού ανθρώπου και να βρίσκεται σε αδιάκοπη αισθητική και αισθησιακή συναλλαγή με τη φύση.

Ο Ελύτης εκφράζεται πληρέστατα στον αντικειμενικότατο και σχεδόν απρόσωπο φυσιοκρατισμό του, στενεύοντας την ψυχή του και διαστέλλοντας τους πόρους του σώματός του. Αισθάνομαι τον εαυτό μου ελαφρύτερο διαυγέστερο και υγιέστερο, παρακολουθώντας μέσα στη διάφανη αυτή ποίηση τα χαριτωμένα σκιρτήματα κι όλα τα αρμονικά και τα πλαστικά κινήματα ενός νεανικού οργανισμού που δίχως να υποψιάζεται την ύπαρξη των υπογείων της ρομαντικής απαισιοδοξίας και της άκαρπης αυτοαπομόνωσης, ζει σε μια συνύπαρξη αβίαστη με τη ζωντανή, την αέναη, τη σουρεαλιστική ελληνική φύση.

Η πρωταρχική αυτή και αδιατάρακτη συνύπαρξη είναι το σύμπλεγμα των βαθύτερων αιτιών που τον κάνουν να παρουσιάζει τη φύση σαν απεριόριστο σύνολο από φαινόμενα που το χαρακτηριστικό τους γνώρισμα είναι η αέναη κίνηση και η αδιάκοπη ανταλλαγή και αλληλοϋποκατάσταση των ιδιοτήτων τους, προικισμένων με ανθρώπινα γνωρίσματα. Τα φυσικά στοιχεία συνενούνται, συμπλέκονται και δρούνε αναμεταξύ τους σαν άνθρωποι. Μπροστά στο συνεχές αυτό θέαμα της παραμυθένιας και ανθρωπομορφικής παρέλασης των φυσικών φαινομένων, έχουμε την εντύπωση πως ο ποιητής εμψυχώνει και κινητοποιεί τη φύση στην ολότητά της και όχι ένα τμήμα της φύσης τον ποιητή όπως συμβαίνει στα γνωστά φυσιολατρικά ποιήματα.


[...] Το αντίθετο συμβαίνει στην ποίηση του Ελύτη. Εδώ η φύση αποσπασμένη από τους άξονες ακινησίας της κι από τον άμεσο υποκειμενισμό του ποιητή ξετυλίγεται οργανικά και θεαματικότατα, σαν όραμα καταπληκτικό, σαν αποτέλεσμα μαγικής μέθης, απάνω σε αλλεπάλληλες ενότητες εναλλαγών και κινήσεων, ενώ ο ποιητής παραμένει αθέατος και ακίνητος σιωπηλός και ανέκφραστος, σα να μην είναι ο ίδιος η πηγή της ποιητικής αυτής ενέργειας που μεταμορφώνει τη φύση σε πλατιά και εκτεταμένη ανθρώπινη πραγματικότητα.[...] Σχηματίζει κανείς τη θαμπωτική εντύπωση πως η φύση πήρε ύπαρξη οντολογική και ξετυλίγει μπροστά του τα πλατιά σφαιρικά τμήματα της επιφάνειάς της καλώντας τον σε μια ευφρόσυνη και αισιόδοξη ζωή που πολλαπλασιάζει τις δυνάμεις του, τα φυσικά του συναισθήματα και την ποιητική δεκτικότητα της αισθητικής του. Ασκίαστο εφηβικό θάμπος μπροστά στο πανόραμα του κόσμου, καθρεπτισμένου σε μια ξάστερη και μεγεθυντική φαντασία που αυτόματα κατευθύνει τις βιολογικές ορμές και τη μνήμη του υποσυνείδητου στο πιο πλούσιο και στο πιο απροκάλυπτο ελληνικό φως.

Με το Σολωμό η ελληνική φύση παρουσιάζεται τόπος χλοερός και κοιλάδα μυστική, αγιασμένη από τη μεταφυσική παρουσία της γυναικείας ομορφιάς. Ο Κάλβος πρώτος ξεσκεπάζει την αρχαϊκή λυρική ωραιότητα διατηρημένη σα θλίψη μέσα στο ερειπωμένο από τη σκλαβιά και την επανάσταση τοπίο. Με τον Βαλαωρίτη και τον Κρυστάλλη τα ηπειρώτικα βουνά προσθέτουνε τον όγκο και το νόημά τους στην ειδυλλιακή φύση του Σολωμού και του Κάλβου. Ο Παλαμάς, συνεχίζοντας την ηπειρώτική οροσειρά, περιλαμβάνει το μεγαλόπρεπο και αυστηρό συγκρότημα των ρουμελιώτικων βουνών, κατεβαίνει στη θάλασσα, ανασταίνει την Αττική σε όλη της τη σύγχρονη κλασική δόξα και στεφανώνει τις σημαντικές αυτές προσθήκες με τις τόσο υποβλητικές καμπύλες των οριζόντων και των ακροούρανων που εξασφαλίζουνε στο απόλυτο ελληνικό φως μια απέραντη είσοδο. Ύστερα έρχεται ο Σικελιανός να κατακτήσει μονομιάς με την αθλητική άσκηση του κορμιού και των αισθήσεων ολόκληρο το ελληνικό ύπαιθρο, να το συγκεντρώσει θρησκευτικά γύρω από το Δελφικό τοπίο και να το απαλλάξει από τα υπολείμματα του καλογερισμού και της υποκειμενικής μιζέριας που τόσο πολέμησε ο Παλαμάς και μέσα του και γύρω του. Με το Σικελιανό το ελληνικό ύπαιθρο αποχτά την αρχαία θρησκευτική του αυστηρότητα και το περήφανο εκείνο ύφος της υγείας που ακτινοβολεί στα θεΪκά ενδιαιτήματα. Ακολουθεί μια σκοτεινή περίοδος λησμοσύνης του ελληνικού τοπίου. Κι ύστερα έρχεται η γενιά των πεζογράφων και ποιητών να προσθέσει στο ελληνικό τοπίο το Αιγαίο πέλαγος με τη χαριτωμένη αισθητική του νησιού: Σεφέρης, Ελύτης, Αντωνίου, Μυριβήλης, Κοσμάς Πολίτης, Θεοτοκάς ατενίζουν προς τη θάλασσα και το νησί ο καθένας με διαφορετικό τρόπο. [...] το νησί του Ελύτη άξιο να κατοικηθεί από ένα εφηβικό πληθυσμό χωρισμένο σε πλατωνικούς νάρκισσους και σε δυσκολοθώρητες θαλασσινές νύμφες, είναι οικοδομημένο με την κοσμοπολίτικη και αέρινη αισθητική των Voyages en Grece και με το άφθονο, ήρεμο και νικητήριο φως του ζωγράφου Θεόφιλου.
Αντρέας Καραντώνης "Ο πρώτος Ελύτης"


 

 

Η Τρελή Ροδιά

Σκαλίζοντας το διαδίκτυο εντόπισα δύο παρουσιάσεις για την "Τρελή ροδιά": μία της σχολικής συμβούλου Αγάθης Γεωργιάδου και μία του Σπύρου Αντωνέλου συναδέλφου από την Κύπρο.

Το ποίημα αυτό θεωρείται το ωριμότερο της συλλογής Προσανατολισμοί. Όλο το ποίημα βασίζεται σ’ ένα λυρικό ερωτηματικό που επανέρχεται σε όλο το ποίημα σα μουσικό μοτίβο και δένει μεταξύ τους λαμπρές συστοιχίες εικόνων (Καραντώνης). Με το σύμβολο της ροδιάς ο ποιητής εκφράζει μέσα από μεθυστικές εικόνες που απεικονίζουν τη γέννηση μιας μέρας το πάθος του για την ομορφιά της ζωής και τον έρωτα.

Ο τίτλος:
Επικεντρώνεται στη ροδιά που αποτελεί σύμβολο της γονιμότητας και της εύθραυστης ομορφιάς. Με το επίθετο «τρελή» η ροδιά προσωποποιείται σε κορίτσι κι απεικονίζεται συνειρμικά σε μια κατάσταση διαρκούς κίνησης, σαν να την τρελαίνει ο νοτιάς, και παρακάμπτοντας στην «τρέλα» της τη σύνεση που επιβάλλουν οι κοινωνικοί θεσμοί, εξακτινώνει τη ζωογόνο επιρροή της στον κόσμο (Vitti).

Ο υπότιτλος (το μότο): Προδιαθέτει για την ευχάριστη διάθεση και το γρήγορο ρυθμό του ποιήματος. «Με μια ανάσα» ο ποιητής εκφράζει την ύψιστη κατάφασή του προς τη ζωή και τη φύση.

Η δομή: Το ποίημα έχει σφιχτοδεμένη δομή: αποτελείται από έξι στροφές Χ έξι στίχους (σύνολο 36). Οι στροφές δένονται μεταξύ τους με τον στίχο-μοτίβο «πέστε μου είναι η τρελή ροδιά» που επαναλαμβάνεται έντεκα φορές (στ. 2, 4, 9, 11-12, 15, 17, 19, 23, 26, 29, 35-36). Ο ποιητής με τη ρητορική ερώτησή του (το πρωινό ερωτηματικό) απευθύνεται απρόσωπα σε όλους όσους τον ακούν ζητώντας τη συγκατάθεσή τους.

Ο ποιητικός λόγος: Είναι χειμαρρώδης, ένα λυρικό παραλήρημα, μια ροή παραστάσεων και εικόνων.

Ο συμβολισμός: Μέσα από μια σειρά μετωνυμίες («καρποφόρο γέλιο», «ξεθηλυκώνει τα μεταξωτά» κ.ά.), στις οποίες εναλλάσσονται οι φυσικές και ανθρώπινες ιδιότητες, δημιουργεί ο ποιητής μια γόνιμη αμφισημία: την κόρη/ροδιά, στην οποία έχουν δοθεί πολλές ερμηνείες, όπως ότι συμβολίζει την ποίηση (ποιητική ευεξία) που μεταμορφώνει τον κόσμο , «το μυστικό ρεύμα της ζωής» που καρπίζει κι ανανεώνει τα πάντα, την ψυχική μέθη του ποιητή μπροστά στο πανόραμα ενός ονειρικού κόσμου, μια αναδίπλωση στον κόσμο των αισθήσεων και τον κόσμο μέσα μας κτλ..

Η εικονοποιία: Στην πρώτη στροφή απεικονίζεται ένα καλοκαιρινό αιγαιοπελαγίτικο τοπίο που μόλις αντικρίζει το φως μιας καινούριας μέρας. Η προσωποποιημένη ροδιά, με την κάτασπρη φυλλωσιά της και το ρόδινο χρώμα του καρπού της συνδυάζεται στη φαντασία του ποιητή με τα ρόδινα χρώματα της αυγής. Η τρελή ροδιά που τη φυσάει ο άνεμος σκορπίζει σε όλη τη φύση ευφρόσυνη πρωινή διάθεση.

Στη δεύτερη στροφή Μαζί με τη μέρα, ξυπνούν και οι κάμποι, ενώ τα κορίτσια κοιμούνται κι ονειρεύονται πως ολόγυμνα θερίζουν τα τριφύλια (βοτάνια της αγάπης). Κι η τρελή ροδιά, που εκπροσωπεί εδώ την ερωτική διάθεση, γεμίζει τα πανέρια τους με φώς και μεταμορφώνει τα ονόματά τους σε κελαηδισμούς, αντιμάχεται τη «συννεφιά» της ζωής και του κόσμου με τον αισθησιασμό της.

Στην τρίτη στροφή Η τρελή ροδιά «καλπάζοντας» ξέφρενα γεμίζει με ελπίδα και αισιοδοξία την όμορφη μέρα που ξημερώνει, καθώς ο ήλιος ετοιμάζεται να ανατείλει δημιουργώντας στον ορίζοντα χιλιάδες ιριδισμούς.

Στην τέταρτη στροφή Η τρελή ροδιά επενεργεί στην «εγκυμονούσα» θάλασσα και στα καράβια που φεύγουν για μακρινές ακρογιαλιές, χαιρετώντας τα από μακριά, ανάβοντας «φωτιά» στο βάθος του ορίζοντα.

Στην πέμπτη στροφή Απλώνει το φως της σε όλο τον ουρανό και τον πλημμυρίζει με χρώματα και χαρούμενους ήχους εμφυσώντας ερωτική ορμή.

Στην έκτη στροφή Η τρελή ροδιά κορυφώνοντας την αισθησιακή επενέργειά της στην ανοιξιάτικη και καλοκαιρινή φύση, εμποτίζει τα πάντα με ένα βαθύ αίσθημα ευφορίας, διαλύει τα μαύρα σκοτάδια της ζωής, μεταμορφώνοντάς τα με τη νιότη, τη δροσιά και το ερωτικό της σφρίγος.

Η φύση και ο Ελύτης
Η ελληνική φύση είναι οργανικό στοιχείο στην ποίηση του Ελύτη, ύπαρξη οντολογική (Καραντώνης). Αποτελεί ένα σύνολο φαινόμενων που έχουν ως χαρακτηριστικό γνώρισμά τους την αέναη κίνηση. Τα φυσικά στοιχεία έχουν ανθρώπινες ιδιότητες, συμπλέκονται με τους ανθρώπους.

Τα υπερρεαλιστικά στοιχεία του ποιήματος
Παρατηρούμε ότι ο Ελύτης αντλεί από τον υπερρεαλισμό τη μαγεία των λέξεων, τη μεταφορική χρήση τους και την άλογη σύνδεσή τους, την έμφαση στις αισθήσεις. Από μορφική άποψη δανείζεται την αστιξία: είναι χαρακτηριστικό ότι στο ποίημα χρησιμοποιείται μόνο το ερωτηματικό, που προαναγγέλλεται άλλωστε στον υπότιτλο.
Τι δεν οφείλει στον υπερρεαλισμό: τη λογική συγκρότηση, τη σφιχτοδεμένη αρμονική μορφή.




Digital portfolios -Ελύτης

wikipedia.org

Αρχείο μελοποιήσεων από το Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας


 

 

Ενδεικτική βιβλιογραφία για τον Οδυσσέα Ελύτη

- Αδα΅όπουλος Χ., Λόγος κεκρυ΅΅ένος περί φωτός ή αξονική το΅ογραφία Οδυσσέα Ελύτη. Μελέτη ο΅ιλίας και ελληνικής γραφής, Οι εκδόσεις των φίλων, Αθήνα, 1987.
- Αθανασόπουλος Β., Το ποιητικό τοπίο του ελληνικού 19ου και 20ου αι. Τό΅ος Β΄ (Σεφέρης, Θέ΅ελης, Ρίτσος, Βρεττάκος, Ελύτης, Ζευγωλή-Γλέζου, Παπαδίτσας), Καστανιώτης, Αθήνα, 1995.
- Αργυρίου Α., Ανοιχτοί σχολιασ΅οί στην ποίηση του Οδυσσέα Ελύτη, Καστανιώτης, Αθήνα 1998.
- Γαβαλάς ∆., Η εσωτερική διαλεκτική στη “Μαρία Νεφέλη” του Οδυσσέα Ελύτη, Κώδικας,Θεσσαλονίκη, 1987.
- Carson J., 49 σχόλια στην ποίηση του Οδυσσέα Ελύτη. 49 scholia on the poems of Odysseus, απόδοση:Στρατής Πασχάλης, Ύψιλον, Αθήνα, 1983.
- ∆ανιήλ Α., Οδυσσέας Ελύτης. Μια αντίστροφη πορεία: από το “Η΅ερολόγιο ενός αθέατου Απριλίου”στους “Προσανατολισ΅ούς”, Επικαιρότητα, Αθήνα, 1986.
- ∆ασκαλόπουλος ∆., Βιβλιογραφία Οδυσσέα Ελύτη 1971-1992, Εταιρεία Συγγραφέων, Αθήνα, 1993.
- ∆εκαβάλλες Α., Ο Ελύτης aπό το χρυσό ως το αση΅ένιο ποιή΅α. Μελέτη, Κέδρος, Αθήνα, 1988.
- ∆ή΅ου Ν., ∆οκί΅ια Ι. Οδυσσέας Ελύτης, Νεφέλη, Αθήνα, 1992.
- Friar K., ’ξιον εστί το τί΅η΅α. Eισαγωγή στην ποίηση του Οδυσσέα Ελύτη, ΅τφρ.: Νάσος Βαγενάς,Κέδρος, Αθήνα, 1978.
- Ζωγράφου Λ., Ο ηλιοπότης Ελύτης, Aλεξάνδρεια, Αθήνα, 1997.
- Θαλάσσης Γ., Οδυσσέας Ελύτης: τέχνη ΅υρέψου, Εστία, Αθήνα, 1974.
- Ιακώβ ∆.Ι., Η αρχαιογνωσία του Οδυσσέα Ελύτη. Ο ποιητής Οδυσσέας Ελύτης και τα αρχαία ελληνικά κεί΅ενα. Καταγραφή πηγών, επι΅έλεια: ’ντεια Φραντζή, Πολύτυπο, Αθήνα, 1983.
- Ιωάννου Γ.H., Οδυσσέας Ελύτης. Aπό τις καταβολές του υπερρεαλισ΅ού στις εκβολές του ΅ύθου, Καστανιώτης, Αθήνα, 1991.
- Καραντώνης Α., Για τον Οδυσσέα Ελύτη, Παπαδή΅ας, Αθήνα, 1980.
- Καψω΅ένος Ε.Γ., (επι΅έλεια), Οδυσσέας Ελύτης. Ο ποιητής και οι ελληνικές πολιτισ΅ικές αξίες, Γκοβόστης, Αθήνα, 2000.
- Κεφαλίδης Ν.Χ. - Παπάζογλου Γ.Κ., Πίνακας λέξεων “Ποιη΅άτων” του Οδυσσέα Ελύτη,
Θεσσαλονίκη, 1985.
- Κοκόλης Ξ., Για το ’ξιον Εστί του Ελύτη. Mια οριστικά ΅ισοτελειω΅ένη ανάγνωση, University Studio Press, Θεσσαλονίκη, 1984.
- Κοντράρου Α.-Ε., Η συ΅βολή της λέξης στο “Μικρός Ναυτίλος” του Οδυσσέα Ελύτη, Μέτρον, Αθήνα, 1998.
- Κουτριανού Ε., Με άξονα το φως. Η δια΅όρφωση και η κρυστάλλωση της ποιητικής του Οδυσσέα Ελύτη, Ίδρυ΅α Κώστα και Ελένης Ουράνη, Αθήνα, 2002.
- Λα΅παδαρίδου-Πόθου Μ., Οδυσσέας Ελύτης. Ένα όρα΅α του κόσ΅ου, Παπαδή΅ας, Αθήνα, 1994.
- Λιγνάδης Τ., Το ’ξιον Εστί του Ελύτη. Εισαγωγή, σχολιασ΅ός, ανάλυση, Βιβλιοθήκη Σχολής Μωραΐτη, Αθήνα, 1971.
- Λυχναρά Λ., Η ΅εταλογική των πραγ΅άτων: Οδυσσέας Ελύτης, Ίκαρος, Αθήνα, 1980.
- Λυχναρά Λ., Το ΅εσογειακό τοπίο στην ποίηση του Γιώργου Σεφέρη και του Οδυσσέα Ελύτη• ΅ια παράλληλη ανάγνωση, Εστία, Αθήνα, 1996.
- Μάνος Α., Φωτεινότης και διαφάνεια. Το εδώ και το επέκεινα στο έργο του Οδυσσέα Ελύτη, Τυπωθήτω, Αθήνα, 1998.
- Μαρωνίτης ∆.Ν., Όροι του λυρισ΅ού στον Οδυσσέα Ελύτη, Κέδρος, Αθήνα, 1980.
- Μαυρο΅άτης ∆., Πίνακας λέξεων του ’ξιον Εστί του Οδυσσέα Ελύτη, Πανεπιστή΅ιο Ιωαννίνων, Νεοελληνικές Έρευνες αρ. 3, Ιωάννινα, 1981.
- Μερακλής Γ. Μ., ∆εκαπέντε ερ΅ηνευτικές δοκι΅ές στον Οδυσσέα Ελύτη, Εκδόσεις Πατάκη, Αθήνα, 1984.
- Μητσάκης Κ., Το “’σ΅α ηρωϊκό και πένθι΅ο για τον χα΅ένο ανθυπολοχαγό της Αλβανίας” του Οδυσσέα Ελύτη, Ελληνική παιδεία, Αθήνα, 1980.
- Μητσάκης Κ., Ενώτια πα΅φανόωντα. Έξι ΅ελέτες για τον Οδυσσέα Ελύτη, Καρδα΅ίτσας, Αθήνα, 1998.
- Μιχαλέτος Γ., Ο Ελύτης χωρίς προσωπεία, Βιβλιογονία, Αθήνα.
- Μπελεζίνης Α., Ο όψι΅ος Ελύτης, Ίκαρος, Αθήνα, 1999.
- Μπερλής 'Α., 5 (+2) δοκί΅ια για τον Ελύτη, Ύψιλον, Αθήνα, 1992.
- Μπιού΅πι Φ., Προσωπικά. 4+1 ΅νή΅ες. Νίκος Εγγονόπουλος, Οδυσσέας Ελύτης, Αλέξανδρος Ιόλας, Κώστας Ταχτσής, Μάνος Χατζιδάκις, Terzo Books, Αθήνα, 1998.
- Μυκωνίου-∆ρυ΅πέτα Α., Ελύτης και σουρρεαλισ΅ός. Η καταγραφή ΅ιας επίδρασης, Παρατηρητής, Θεσσαλονίκη, 1988.
- Νικοκάβουρα Χ., Ελύτης και Γιούνγκ. Ένας διάλογος. Μια ερ΅ηνεία της ποίησης του Ελύτη ΅ε εργαλείο τη σκέψη του Γιούνγκ, Ελληνικά Γρά΅΅ατα, Αθήνα, 2000.
- Παπαχρήστου-Πάνου Ε., Ιδού εγώ: 1 + 4 δοκί΅ια για τον Οδυσσέα Ελύτη, ∆ωδώνη, Αθήνα, 1980.
- Παρίσης Ν., Επτά ΅ελετή΅ατα για τον Οδυσσέα Ελύτη, Τα τρα΅άκια, Θεσσαλονίκη, 1997.
- Πετρόπουλος Η., Ελύτης, Μόραλης, Τσαρούχης, Εκδόσεις Πατάκη, Αθήνα, 1998.
- Πρωί΅ου - Κρηνάκη Μ., Οδυσσέας Ελύτης, η αθέατη πλευρά του κόσ΅ου και η καθαρότητα του φωτός, Ελληνικά Γρά΅΅ατα, Αθήνα 1998.
- Σοφιανού-Γεωργούση ∆., Οδυσσέας Ελύτης, Tό΅ος Ι: Ανατρεπτικός και ελπιδοφόρος. Τό΅ος ΙΙ: Η απεραντοσύνη του άνευ ορίων, Τό΅ος ΙΙΙ: Στη σχολή των ανέ΅ων, των βράχων και των άστρων, Φιλιππότης, Αθήνα, 1996.
- [Συλλογικό] Ο Ελύτης στην εκπαίδευση. Ζητή΅ατα ποιητικής - ∆ιδακτικές προσεγγίσεις. Πρακτικά 3ης Επιστη΅ονικής Συνάντησης, επι΅έλεια: Θ. Πυλαρινός, Σχολή Ι.Μ. Παναγιωτόπουλου, Αθήνα, 2002.
- [Συλλογικό] ∆εκαέξι κεί΅ενα για το ’ξιον Εστί, Ίκαρος, Αθήνα, 2001.
- Σφαέλλου Κ., Μια προσέγγιση στο “’σ΅α ηρωϊκό και πένθι΅ο για τον χα΅ένο ανθυπολοχαγό της Αλβανίας” του Οδυσσέα Ελύτη, Εκδόσεις Πατάκη, Αθήνα, 1984.
- Φλόκα Χ.Γ, Η φαρ΅ακογνωσία του Οδυσσέα Ελύτη, επι΅έλεια: Β. Το΅ανάς, Νησίδες, Σκόπελος, 1998.
- Carson Jeffrey (΅ετάφραση Στρατή Πασχάλη), «Σχόλια στην ποίηση του Οδυσσέα Ελύτη», Η Λέξη 3, 3-4/1981, σ. 167-171.
- Vitti M., Για τον Οδυσσέα Ελύτη (Ο΅ιλίες και άρθρα), Καστανιώτης, Αθήνα 1998.
- Vitti M. (επι΅έλεια), Εισαγωγή στην ποίηση του Ελύτη (Επιλογή κριτικών κει΅ένων), Πανεπιστη΅ιακές εκδόσεις Κρήτης, Ηράκλειο, 1999.
- Vitti M., Οδυσσέας Ελύτης. Κριτική ΅ελέτη, Ερ΅ής, Αθήνα, 1984.
- Vitti M., Οδυσσέας Ελύτης: βιβλιογραφία 1935-1971, συνεργασία Αγγελικής Γαβαθά, Ίκαρος, Αθήνα,1977.


 


 

Περισσότερες ενδιαφέρουσες μελοποιήσεις ποιημάτων του Ο.Ελύτη

 

<----- Αρχική





 

 

 

Αλ. Παπαδιαμάντη: Το μοιρολόι της φώκιας


Κ. Χατζόπουλου Το Σπίτι του δασκάλου


Ν. Καζαντζάκη: Αλέξης Ζορμπάς


Κώστας Καρυωτάκης


Σεφέρης


Κωνσταντίνος Θεοτόκης


Εισαγωγή στον υπερρεαλισμό - Ανδρέας Εμπειρίκος


Νίκος Καββαδίας


Οδ. Ελύτης

 

 

 

 

 

 

 

 

  terracomputerata AT gmail DOT com