Οταν
ο Tim Berners Lee και οι άλλοι πρωτεργάτες
του Διαδικτύου το σχεδίαζαν πίστευαν ότι χάριζαν στην ανθρωπότητα
πάλι τη φωτιά.
Η τεχνολογία, μπορεί να ενώνει όλο τον
κόσμο, δημιουργώντας αυτό που χαρακτηρίσθηκε ως «παγκόσμιο χωριό».
Εμείς όμως βρίσκουμε πάντα τρόπους να διασπάμε όλο και περισσότερο
το χωριό, να υψώνουμε νέα τείχη. Kαθώς η κατοχή υπολογιστή και η
πρόσβαση στις τεχνολογικές εφαρμογές του ανάμεσα στις πλούσιες ζώνες
του πλανήτη και στις φτωχές γίνεται με εντελώς διαφορετικές
ταχύτητες, η απόσταση που τις χωρίζει όχι μόνο δεν μικραίνει αλλά
διευρύνεται.
Οι τηλεπικοινωνιακές συνδέσεις,
οι ηλεκτρονικοί υπολογιστές και η ηλεκτρική ενέργεια είναι η
σπονδυλική στήλη της κοινωνίας της πληροφορίας. Είναι σαφές ότι η
υποδομή αυτή δεν είναι διαθέσιμη σε όλες τις χώρες και σε όλους τους
πολίτες. Το ψηφιακό χάσμα διευρύνεται. Μπορεί να υπάρχουν πάνω από
550 εκατ. χρήστες του Διαδικτύου παγκοσμίως, αλλά οι τάσεις στον
τομέα της χρήσης του Διαδικτύου αντικατοπτρίζουν τις υπάρχουσες
παγκόσμιες ανισότητες, ιδίως όσον αφορά το εισοδηματικό και το
μορφωτικό επίπεδο. Το παγκόσμιο χωριό μας στην πραγματικότητα δεν
είναι και τόσο παγκόσμιο, καθώς μόνο το 6% παγκοσμίως είναι
δικτυωμένο.
Το ψηφιακό χάσμα γίνεται όχι μόνο
αντικείμενο συνεδρίων, μελετών και προβληματισμών παγκόσμια, καθώς
οικοδομεί ένα νέο αόρατο «τείχος του αίσχους» που απομονώνει την
πλειοψηφία των κατοίκων του πλανήτη. Oταν για παράδειγμα ολόκληρη η
υποσαχάρια Aφρική διαθέτει όσες τηλεφωνικές συνδέσεις έχει μόνο το
Mανχάταν ή όταν δέκα και πλέον χρόνια μετά την εισβολή του Iντερνετ
στη ζωή μας μόλις το 6% του παγκόσμιου πληθυσμού έχει πρόσβαση στις
ψηφιακές λεωφόρους, ποιος μπορεί να μιλήσει με θαυμασμό για τη
χάι-τεκ εποχή μας;
Θα ήταν λάθος να θεωρηθεί βέβαια ότι
το πρόβλημα του ψηφιακού χάσματος αφορά αποκλειστικά την Aφρική ή εν
γένει τις υπανάπτυκτες χώρες. Ακόμα και στις πιο «δικτυωμένες» χώρες
το επικοινωνιακό ρήγμα τραυματίζει τις κοινωνίες και χαράσσει νέες
διαχωριστικές γραμμές. Υπάρχουν ήδη οι πληροφοριακά πλούσιοι και οι
πληροφοριακά φτωχοί.
Στην Ελλάδα γνωρίζουμε όλες τις
δυσκολίες της πρακτικής εφαρμογής του ηλεκτρονικού διαφωτισμού. Το
ποσοστό χρήσης του Διαδικτύου στην Ελλάδα είναι μόνο 20% περίπου,
πολύ κάτω από το μέσο όρο της ΕΕ. Το γεγονός ότι η ελληνική γλώσσα
δεν χρησιμοποιείται ευρέως στον Παγκόσμιο Ιστό επιτείνει αυτό το
πρόβλημα πρόσβασης. Και όχι ότι δεν υπήρχε δίψα για να διαδοθεί η
ελληνική γλώσσα. Οι φιλόλογοι απλά ενδιαφερόμαστε περισσότερο για
την 109η υποπερίπτωση υποθετικού λόγου παρά να χαρίσουμε μία μέθοδο
εκμάθησης της ελληνικής στην παγκόσμια κοινότητα. Να θυμίσω ότι για
αρχαία κείμενα συνεχίζουμε να πηγαίνουμε σε δικτυακούς τόπους των
ΗΠΑ; Υπήρξαν πρωτοβουλίες αλλά δε στηρίχτηκαν από καμία ένωση
φιλολόγων.
Παλιότερα, ο αποκλεισμός από τη γνώση
ήταν ο μηχανισμός αναπαραγωγής της κοινωνικής ανισότητας. Σήμερα ο
«ψηφιακός αναλφαβητισμός» και ο αποκλεισμός πρόσβασης στις νέες
τεχνολογίες οδηγεί σε ακόμα μονιμότερες αντιθέσεις.
Κάποιες προσπάθειες γίνονται στη
Bρετανία, που αν και αποτελούν σταγόνα στον ωκεανό, αποκαλύπτουν
σημαντικές δυνατότητες. Tο τελευταίο διάστημα δημιουργούνται τα ICT,
δηλαδή κέντρα ελεύθερης πρόσβασης. Tα τρία τέταρτα των επισκεπτών
τους δεν έκαναν προηγουμένως χρήση Iντερνετ όχι γιατί δεν είχαν τη
διάθεση, αλλά γιατί δεν είχαν τα μέσα. Το 60% αυτών προέρχεται από
τις συγκεκριμένες κοινωνικές ομάδες που αντιμετωπίζουν και τα
προβλήματα των αποκλεισμών.
Γιατί να μην ανοίξουμε κι εμείς τα εργαστήρια των σχολείων στην
κοινότητα; Ενα κλειστό εργαστήριο είναι άραγε πιο λειτουργικό; Οι
διευθυντές των σχολείων θα τροοκρατηθούν ότι θα τους καταστρέψουν τα
εργαστήρια "τους". Μήπως άραγε υπάρχουν τρόποι να στηθεί ένα δίκτυο
"προστατευμένο" από λάθη των χρηστών;
Τα εργαστήρια δεν έχουν βγάλει τα
λεφτά τους. Αν υποψιαστώ ότι δαπανήσαμε τόσα δις για ένα μάθημα -της
πληροφορικής- αλίμονό μας. Γιατί βέβαια είναι κοινό μυστικό ότι για
άλλα μαθήματα σπανίως αξιοποιείται το εργαστήριο.
Μήπως πάλι χάσαμε το δάσος;