Μισώ τις γιορτές. Οσο περνούν
τα χρόνια είναι χειρότερα. Ασε που μένω καρφωμένος σαν πινέζα σ' αυτήν την
πόλη. ΟΚ, φταίει η δουλειά. Εγώ, που λες, σπούδασα μουσική στο ωδείο, μη
βλέπεις τώρα που ψωμίζομαι απ' το Μινουί. Στέκει ακόμα, ναι. Το μόνο μαγαζί με
πίστα πια, όλα τα άλλα στο κέντρο έγιναν κλαμπάκια και τράπεζες. Πού πριν
χρόνια, που έβλεπες γύρω, παντού, τοστάδικα και γυράδικα. Οι παλιοί πελάτες
έρχονται ακόμα σε μας, όμως δεν πατούν νέοι όπως παλιά. Εσύ πού να τα ξέρεις
αυτά, δεν φαίνεσαι να νυχτοπερπατάς. Νομίζω;
Που λες, την Πρωτοχρονιά, είχαμε ξεκινήσει περίεργα. Στις δωδεκάμισι παίζαμε
για τα γκαρσόνια. Ως τις δύο, κουτσά-στραβά γεμίσαμε. Αλλά ψόφια πράματα. Ούτε
λουλούδια ούτε νταχτιρντί, μόνο καμιά παραγγελιά ξεροσφύρι, ασάλιωτη. Στο
τζαμπέ, ξέρεις.
Στην αρχή δεν τον γνώρισα. Είχα να τον δω δέκα χρόνια, απ' τον καιρό που
έσκαβαν τους δρόμους για το γκάζι. Αντώνης Σαμαράς, μας δίδασκε κιθάρα στα
πτυχιακά. Δεν πίστευα που τον έβλεπα σε τέτοιο μέρος, αυτός ήταν πολύ της
κλασικής. Τα δάχτυλά του ανεβοκατέβαιναν τις κλίμακες λες κι είχαν ρουλεμάν.
Φρρρτ -και ούτε που τα προλάβαινε το μάτι σου.
Κάποια στιγμή κατέβηκα στο τραπέζι του. Καθόταν στην πίσω δεξιά γωνία ήσυχος
και προσπαθούσε να σταυρώσει τα πόδια του. Ανέβαζε το δεξί πόδι προσεκτικά,
πόντο πόντο σηκωνόταν η πατούσα στον αέρα. Υστερα δάγκωνε τη γλώσσα και
ακουμπούσε το γόνατο με το χέρι του, προσπαθούσε να το σύρει εκεί που ήθελε.
Δεν.
Ατιμη αρρώστια. Δεν είναι μόνο το τρέμουλο, είναι που δεν ορίζεις εαυτό. Που
δεν μπορείς να πεις: θα πάω το χέρι μου από δω-εκεί. Ξέρεις, έτσι που
παραλύουν σταδιακά οι μύες, τσιτώνεται κι αφρατεύει το πρόσωπο. Πώς είναι οι
τριαντάρες που κάνουν αυτά τα φτηνο-μπότοξ και σιδερώνεται το δέρμα τους; Ιδιο
πράμα.
Οσο μιλούσαμε, τον κοίταζα στα μάτια. Κρατούσα το βλέμμα μου ίσια μπροστά και
το συμμάζευα, αμέσως μόλις πήγαινε να κατρακυλήσει. Δεν κοίταξα τα δάχτυλά
του, ούτε μια φορά. Ατιμη αρρώστια, είπαμε. Δεν είναι ωραίο να σκαλίζεις τα
χάλια του άλλου, είναι σαν να φτύνεις στα μούτρα σου. Νομίζω;
Τέλος πάντων, δεν είπαμε και πολλά, έπρεπε να γυρίσω στη δουλειά. Σηκώθηκα.
Μου έπιασε το χέρι, πάνω στο τραπέζι. Το νύχι του στο μικρό δάχτυλο τρεμόπαιζε
και μ' έξυνε ελαφρά.
- Θέλω να μου παίξεις ένα τραγούδι. Παραγγελιά, ζήτησε.
Γύρισα στην ορχήστρα.
- Πού το θυμήθηκε αυτό; ρώτησε η ξεπουπουλισμένη τραγουδίστρια.
Ξέρεις, τώρα ζητάνε όλο κάτι γιουρο-σκυλάδικα, ακόμα κι οι παλιοί. Κάτι
τραγουδάκια της σειράς με ντάπα ντούπα, δε θέλουνε φωνή αυτά, μόνο κουνήματα.
Ηρθε ο Μίλτος και καθάρισε την πίστα.
- Ζηλεύω τα πουλιά. Παραγγελιά, έκανε το μπουζούκι στο μικρόφωνο.
Ο Αντώνης σηκώθηκε από την καρέκλα του.
Μέχρι να φτάσει στην πίστα ήμασταν στο δεύτερο κουπλέ. Ανέβηκε και στάθηκε στη
μέση, ακίνητος.
- Ζηλεύω τα πουλιά, γιατί έχουνε φτερά κι αλλάζουνε πατρίδα κάθε τόσο...
|
Γ.Τσαρούχη: Ο χορός στη ζωή ,,,
1966-68 |
Παλιά, έλεγαν ότι το ζεϊμπέκικο χωράει σ' ένα τετράγωνο. Που θα πει: όποιος
σηκωθεί να το χορέψει, θα σύρει τα βήματά του σ' ένα μικρό τετράγωνο ίσα με
την πλάκα του πεζοδρομίου. Οχι καραγκιοζιλίκια κι ακροβατικά.
Ο Αντώνης έκανε τέσσερα βήματα. Συρτά. Αργά. Με το μέτωπο να κοιτά το μουσαμά
της πίστας. Ορισε το τετράγωνό του κι ύστερα σήκωσε το κεφάλι του ψηλά,
κατάματα στα φώτα. Ανοιξε τα χέρια κι έβγαλε φωνή. Ενα ωωωχ! που ανέβηκε από
βαθιά, σαν να ήταν μέσα του μπανταρισμένο και ξετσούμισε.
Την ίδια ώρα, στην άλλη άκρη του Ατλαντικού: εννιά το βράδυ. Ο Mike Pitaris,
τέταρτης γενιάς Ελληνας χωρίς γρυ ελληνικά, πάλευε στο πληκτρολόγιό του. Τα
δάχτυλά του χόρευαν στα πλήκτρα. Στο ασπράδι του ματιού του κοκκίνιζαν
σπασμένες φλεβίτσες. Είχε κλείσει την πόρτα του εργαστηρίου και δούλευε από τα
αξημέρωτα. Το κτίριο ήταν έρημο εδώ και μέρες, όλοι θα έκαναν Πρωτοχρονιά με
τους δικούς τους.
Ο Mike είχε πιει επτά καφέδες από το πρωί. Είχε συνδέσει με τον υπολογιστή όλα
τα εξαρτήματα του γραφείου, ακόμα και την καφετιέρα. Δεν σήκωνε κεφάλι, μόνο
πατούσε πλήκτρα κι έδινε εντολές. Το φλιτζάνι κύλησε πάνω στη μεταλλική μπάρα
και στάθμευσε τρία εκατοστά από το χέρι του.
Το ήξερε ότι τον εκμεταλλεύονταν, το είχε πάρει σχεδόν απόφαση. Εκείνος έβγαζε
την περισσότερη δουλειά, αλλά υπέγραφαν τις δημοσιεύσεις όλοι μαζί σαν ομάδα.
Στη συνέντευξη Τύπου ο καθηγητής Majers μίλησε εξ ονόματος όλων. Δούλευαν εδώ
κι επτά χρόνια πάνω στο παρκινσονικό φάρμακο. Οχι πια χάπι να λιγοστεύει το
τρέμουλο, κανονική γιατρειά. Βρήκαν τον τρόπο να επέμβουν στο γονίδιο. Οι
ενδείξεις έδειχναν ότι πλησίαζαν. Θα ήταν η ανακάλυψη του 2013.
Κατά τις έντεκα, τον έπιασε ένα διαβολεμένο κέφι. Εψαξε μουσικές στο δίκτυο.
Οχι, δεν ήθελε μπιτάκια. Χάιδεψε τα πλήκτρα και πάτησε στη μηχανή αναζήτησης
τη λέξη zeimbekia. Διάλεξε ένα παλιό τραγούδι «zilevo ta poulia» και το
κατέβασε στο σκληρό του δίσκο. Γύρισε στο βιντεοτηλέφωνο και κάλεσε τη Σαμάνθα.
Η μικροκαμωμένη ξανθόψειρα κοιτούσε παραξενεμένη το φίλο της στην οθόνη της
συσκευής. Πρώτη φορά άκουγε το τραγούδι, δεν ήξερε το χορό. Εβλεπε τον Mike να
ρίχνει χαμηλόκωλους πήδους, να υψώνεται κι ύστερα να ξαναπέφτει στη μοκέτα με
φόρα, λες κι έκανε πους-απς. Ξελαρυγγιζόταν να τραγουδάει με μισόκλειστα μάτια
και απίστευτο φάλτσο zilevo ta pouliaaa. 'Η κάτι τέτοιο. Μέσα στη φασαρία δεν
ξεχώριζαν τα λόγια.
Γέλασε δυνατά, κι ας είχε νευριάσει πρωτύτερα. Κι ας του είχε κλείσει στα
μούτρα το τηλέφωνο, που θα έλειπε απ' το πάρτι γιορτιάτικα. Της το είχε
ξεφουρνίσει μασημένα, έπρεπε να τελειώσει τη δουλειά στο εργαστήριο, δεν θα
προλάβαινε να είναι εκεί στην ώρα του. Λίγο πριν αλλάξει ο χρόνος, ο τρελάρας
έκανε την ηλεκτρονική εμφάνισή του. Επεσε στα γόνατα και, τραγουδώντας
αλαμπουρνέζικα, ζουμάρισε τη συσκευή στο μονόπετρο. Πες ναι, παρακάλεσε.
Ασυζητητί, τώρα αμέσως θα διπλοκλείδωνε το εργαστήριο και θα τσακιζόταν να
έρθει στο πάρτι. Της έστειλε καλωδιακό φιλί και βγήκε από το δίκτυο. Εριξε
προσεκτικά το κουτί με το μονόπετρο στην τσέπη του βελουτέ σακακιού κι έδωσε
φωνητική εντολή στον υπολογιστή να κάνει έναν τελικό έλεγχο στα αρχεία.
Φαγούρα στ' ακροδάχτυλα. Μόλις έκλεισε τον υπολογιστή, ένιωσε πως τον έτρωγαν
τα χέρια του. Κρεμόντουσαν σαν πλαστικά. Αρχισε δαχτυλισμούς στον αέρα κι
έφερε μια φούρλα στο διάδρομο, βγαίνοντας.
Σύντομα θα έκαναν τις τελικές δοκιμές. Με το καινούριο φάρμακο, τέλος το
τρέμουλο. Θα μπορούσε, επιτέλους, να κυνηγήσει εκείνη τη θέση ειδικού ερευνητή
στο Ιδρυμα.
Φέτος θα ήταν η χρονιά του, ναι.