Οι
Νεοϋορκέζοι όμως, καλλιτέχνες, διανοούμενοι, δημόσια πρόσωπα, απαντούσαν
σοβαρότατα στην ερώτηση, με αποκορύφωμα τον εφημέριο της Αβυσσηνιακής
Εκκλησίας του Χάρλεμ, που αναφώνησε «Αν δεν υπήρχε η Νέα Υόρκη, ο Θεός θα
έπρεπε να την εφεύρει!». Τόσα, κι ακόμη περισσότερα, λέγονταν για το
λασποχώρι του 19ου αιώνα που στους δρόμους του τριγυρνούσαν ελεύθερα
κοπάδια από γουρούνια, για την πολίχνη που η μετέπειτα λεωφόρος της, η
Μπροντγουέι, υπήρξε μονοπάτι Ινδιάνων.
Η Νέα Υόρκη είναι αδιαμφισβήτητα η πόλη των
συγγραφέων, ο αστικός χώρος που προσκαλεί και υποδέχεται τις εμπνεύσεις
τους. Βεβαίως, το ίδιο συμβαίνει και με άλλες πόλεις στον κόσμο: το αστικό
τοπίο έχει κυριαρχήσει στη λογοτεχνία του 20ού αιώνα. Είτε ως σκηνικό
φόντο είτε ως αληθινός πρωταγωνιστής, είτε ως φόβιος χώρος είτε ως
φιλόξενο κουκούλι, είτε κατονομασμένη είτε ανώνυμη, η πόλη είναι ο
κατεξοχήν λογοτεχνικός τόπος σήμερα. Και η Νέα Υόρκη είναι η πόλη των
πόλεων τουλάχιστον για τους Νεοϋορκέζους.
Ο Τζον Ντος Πάσος συμπεριλαμβάνεται ανάμεσα σ'
αυτούς που ίδρυσαν την «προλεταριακή λογοτεχνία» τη δεκαετία του 1930.
Υπήρξε ακτιβιστής: υποστήριξε δημόσια τους αναρχικούς Σάκο και Βαντσέτι,
γεγονός που δεν του συγχώρησαν οι αμερικανικές αστυνομικές αρχές.
Ορισμένοι υποστηρίζουν πως ο Ντος Πάσος πληρώνει, ακόμη και μετά θάνατον,
τη συμπάθεια που επέδειξε προς τους αριστερούς, μολονότι το 1934 υπέγραψε
την «ανοιχτή επιστολή προς το Κομμουνιστικό Κόμμα» και το 1951 έφτασε να
επιδοκιμάσει τις προσπάθειες του Μακάρθι (όχι όμως και τις μεθόδους του).
Παρόλο που ανήκει στη «μεγάλη μυθιστορηματική τριάδα» (μαζί με τους
Φιτζέραλντ και Χεμινγουέι), τα βιβλία του δεν επιλέγονται συχνά ως
διδακτέα ύλη στα αμερικανικά πανεπιστήμια. «Περισσότερο μνημονεύεται και
συζητείται και λιγότερο διαβάζεται», όπως παρατηρεί πικρά αλλά εύστοχα ο
Νεοϋορκέζος συγγραφέας Jay Μclnerney.
Ο Ντος Πάσος είναι ο συγγραφέας της περίφημης
τριλογίας που φέρει τον τίτλο USΑ: 42ος παράλληλος (1930),
1919 (1932), Τα πολλά λεφτά (1936). Εκτός από μυθιστορήματα,
δημοσίευσε επίσης ποιήματα, θεατρικά έργα, ταξιδιωτικά κείμενα, ιστορικές
μελέτες. Απόφοιτος του Χάρβαρντ, τη δεκαετία του 1920, κατοίκησε στο
νυχτόβιο, μποέμικο, σχεδόν μουρλό, μανχατανό κέντρο: στο Γκρίνουϊτς Βίλατζ,
στην πιο νευρωσική γειτονιά του Μεγάλου Μήλου. Εκεί κατάπιε τον ρυθμό της
πόλης.
Το Μanhattan Τransfer δημοσιεύτηκε για πρώτη φορά
το 1925. Την ίδια χρονιά προβλήθηκε στο Βερολίνο η ταινία του Φριτς Λανγκ,
Μetropolis. Στα ελληνικά το μυθιστόρημα πρωτοκυκλοφόρησε το 1992 (εκδόσεις
Δελφίνι, μετάφραση-εισαγωγή Χ. Παπαγεωργίου, επιμέλεια: Σ. Τριανταφύλλου).
Πρόσφατα κυκλοφόρησε σε νέα μετάφραση της Τ. Παπαϊωάννου (εκδόσεις
Μεταίχμιο).
Τι είναι το Μanhattan Τransfer; Είναι ένα
βιβλίο-τοιχογραφία του περιώνυμου άστεως στην αρχή του αιώνα. Η
«βιογραφία» της Νέας Υόρκης. Ένας θάλαμος μεταβίβασης σε διαφορετικό
χωρόχρονο. Οι μελετητές μιλούν για αποτύπωση της μικροϊστορίας και του
κοινωνικού ιστού της πόλης. Παρόλο που πρόκειται για μυθοπλασία, πολλοί
υποστηρίζουν ότι το βιβλίο αναπαριστά τη ζωή στη μητρόπολη με τον τρόπο
του ντοκιμαντέρ.
Αυτό οφείλεται, κατά κύριο λόγο, στον αφηγηματικό
τρόπο του Ντος Πάσος. Ο συγγραφέας μοντάρει την αφήγησή του
κινηματογραφικά: μακρινά πλάνα με κινούμενες μάζες, σπανιότερα ζουμάρισμα
σε επιμέρους πρόσωπα. Για τον Ντος Πάσος οι προσωπικές ιστορίες
αποδεικνύονται απότοκα της πόλης και της χρονικής συγκυρίας. Ο βόμβος του
πλήθους και οι σειρήνες της πυροσβεστικής ρυθμίζουν την αναπνοή της
διήγησης. Ο πεζογράφος ενθέτει στη διήγησή του τη λαϊκή κουλτούρα της
εποχής: άρθρα εφημερίδων, ραδιοφωνικές εκπομπές, κινηματογραφικές ταινίες
και τραγούδια-σουξέ. Για να αποδώσει αυτήν την πολυφωνική πλέξη, η
αφηγηματολογία χρησιμοποίησε τους όρους «μάτι της κάμερας» (camera eye),
«ταινία επικαίρων» (newsreel), «πολυεστιακή όραση» (four-eyed vision).
Ποια είναι η ιστορία του Μanhattan Τransfer; Αν
ψάχνετε για ένα μυθιστόρημα με κεντημένη πλοκή, το Μanhattan Τransfer δεν
είναι το βιβλίο σας. Πρόκειται για βιβλίο με ρυθμό, όχι για βιβλίο με
πλοκή. Οι άνθρωποι και οι ιστορίες τους δεν σταθμεύουν στο κείμενο. Αν
είστε περίεργοι να μάθετε την όψη, τις μυρωδιές και τους ήχους της Νέας
Υόρκης των αρχών του αιώνα, μέσα από μια καλειδοσκοπική αφήγηση που
φιλμάρει αδιάκριτα φτωχογειτονιές και συνοικίες πλουσίων, αναζητήστε το.
Το Μanhattan Τransfer αποτελεί βιβλίο εγνωσμένης
γραμματολογικής αξίας, τόσο για την πιστή έως ντοκουμενταρίστικη
αποτύπωση ενός κόσμου που χάθηκε, όσο και για την αφηγηματική του τεχνική.
Η ιστορική αξία όμως δεν εγγυάται αναγνωστική περιπέτεια. Η εμμονή του
συγγραφέα στην ιστορία και την κοινωνιολογία εκτρέπουν τη μυθοπλασία σε
ιστορικοκοινωνιολογική παρατήρηση. Συχνά, το κείμενο δίνει την εντύπωση
μελέτης που χρησιμοποιεί ως πρόσχημα τη μυθοπλασία, για να οδηγήσει τον
αναγνώστη σε δίχτυ αναπόφευκτων εξισώσεων: όταν συμβαίνει το άλφα,
συνεπάγεται το βήτα. Οι αντιδράσεις των προσώπων προσημαίνονται και
συμβαίνουν με την ισχύ φυσικού νόμου. Σχεδόν ερήμην των ίδιων των ηρώων.
Η αποτύπωση όλου αυτού του κινούμενου πλήθους και
το μοντάζ με τις πολλές και διαφορετικές ιστορίες ευνοούν το αφηγηματικό
πλάτος, όχι όμως το αφηγηματικό βάθος. Οι ήρωες, ακόμα κι αυτοί που θα
μπορούσαν να χαρακτηριστούν ως κεντρικοί, παραμένουν αδρά σκίτσα. Ο
αφηγητής δεν ζουμάρει πάνω τους, τους παρακολουθεί να μπαινοβγαίνουν ο
ένας στη ζωή του άλλου, κρατώντας την απόσταση του μακρινού πλάνου. Ο
αληθινός πρωταγωνιστής είναι η πόλη, οι κοινωνικές συνθήκες, η ιστορική
συγκυρία. Εδώ δεν έχουμε την αφήγηση μιας ιστορίας, έχουμε χρονικό.
ΛΟΓΙΑ ΤΗΣ ΠΟΛΗΣ
- «Παρ' όλα αυτά, είναι ωραίο να γνωρίζεις κάποιον
ανθρωπινά νέο. Δεν υπάρχει κανένας ανθρωπινά νέος στη Νέα Υόρκη».
- «Χριστέ μου, πόσο θα 'θελα να ήμουν
ουρανοξύστης».
- «Αγαπητή μου, απάλλαξέ με από αυτή την επίδειξη
μητρικής ευδαιμονίας... Σιγά σιγά θα μου πεις πως πήγες σε παρέλαση
μωρών».
- «Ψάχνεις για δουλειά;», συνέχισε μελοδραματικά ο
Ρόι. «Θες να πουλήσεις την ψυχή σου σε όποιον προσφέρει την καλύτερη
τιμή;».
Ο παλιός και οι νέοι Οι Νεοϋορκέζοι
συγγραφείς, Μπρετ Ίστον Έλις, Τάμα Τζάνοβιτς, Πολ Όστερ αποτύπωσαν τη
σύγχρονη νευρόσπαστη Νέα Υόρκη. Οι Μανχατανοί πεζογράφοι ζουν το σκοτεινό
χαμόγελο της πόλης και δείχνουν τα σάπια δόντια της. Ιστορίες
κλειστοφοβικών χώρων, μπιτάτοι ρυθμοί, ιλουστρασιόν χαμόγελα και
παραδείσια χάπια, άγρια φονικά, κινηματογραφικά τερτίπια στην αφήγηση. Οι
ιστορίες τους και τα αφηγηματικά ρίσκα που παίρνουν αγκιστρώνουν τον
σημερινό αναγνώστη, αλκοολικό της πλοκής. Η πόλη δεν είναι κινούμενο
σκηνικό. Είναι η μέγγενη που σφίγγει τον εγκέφαλο. Αν θέλαμε να βρούμε την
κόκκινη κλωστή που ενώνει τον Ντος Πάσος του 1925 με τους σύγχρονους
Νεοϋορκέζους συγγραφείς, θα κρατούσαμε μια φράση από την πρώτη σελίδα του
μυθιστορήματος. Περιγράφονται οι μετανάστες που αποβιβάζονται στο Έλις
Άιλαντ, θα μπορούσε όμως να υπομνηματίζει μια σημερινή νεοϋορκέζικη σκηνή:
«στραπατσαρισμένοι και ζουλιγμένοι σαν μήλα που πέφτουν από χωνί σε
πρέσα».
Δικτυογραφία προτείνει η Τερέζα
Γιακουμάτου
ΤΑ ΝΕΑ , 28-12-2002 , Σελ.: P24
Κωδικός άρθρου: A17526P241
|