Επειδή
πότε πότε ξεκαλωδιωνόμαστε...
Ο
βιβλιοπόντικας προτείνει
Ο «Kουλός
της Nαυπάκτου» γράφει παραμύθια
H...
μυθοπλόκος φαντασία του Θερβάντες
TΣIΓΓANEΣ KAI KΛEΦTPΟNIA. ΠEPIΠETEIEΣ, EPΩTEΣ, ΠAΘHMATA, ΠAΘH. ΣTIΣ
YΠΟΔEIΓMATIKEΣ NΟYBEΛEΣ, Ο ΘEPBANTEΣ AΣKEI THN TEXNH TΟY ΠAPAMYΘA. «AN ΔEN
ΣMIΛEYΟNTAN ΣTΟ EPΓAΣTHPI TΟY MYAΛΟY MΟY, ΘA MΠΟPAΓAN NA ΠAINEYTΟYN ΓIA AΔΟΛA
ΠAPAMYΘIA», ΛEEI. EΔΩ, ΟI «KAΛΟI» EINAI ANYΠΟΦΟPA AΣΠIΛΟI. KAI TΟ «KAKΟ», KAMIA
ΦΟPA, ΠAIΓNIΩΔEΣ KAI ΓIΟPTINΟ
O
Μιγκέλ ντε Θερβάντες Σααβέδρα είναι ο μέγας δάσκαλος του μυθιστορήματος, ο
συγγραφέας του χιλιοδιαβασμένου «Δον Κιχώτη», του κειμένου που μετά τη «Βίβλο»
μεταφράστηκε και κυκλοφόρησε σε περισσότερες χιλιάδες αντίτυπα από οποιοδήποτε
άλλο έργο της παγκόσμιας γραμματείας. Ο Θερβάντες γλέντησε τη συγγραφική δόξα
του. Όμως δεν πλούτισε, παρ' όλες τις αλλεπάλληλες εκδόσεις και τις πάμπολλες
μεταφράσεις του βιβλίου του. Αλλοι εκδοτικοί καιροί, άλλα ήθη. Κυκλοφορούσαν
τόσες πολλές πλαστές συνέχειες της ιστορίας του «Δον Κιχώτη», ώστε ο Θερβάντες
αποφάσισε να ολοκληρώσει ο ίδιος, με έναν δεύτερο και τελευταίο τόμο, το
μυθιστόρημά του. Στον Πρόλογο στον αναγνώστη εξηγεί τσεκουράτα: «... και με αυτό
σου δίνω τον "Δον Κιχώτη" ολοκληρωμένο και, στο τέλος, πεθαμένο και θαμμένο,
ώστε να μην κοτήσει πια κανείς να μας διηγηθεί καινούργιες ιστορίες από τη ζωή
του ιππότη μας» («Δον Κιχώτης», τόμος B΄, μετάφραση K. Καρθαίου και I. Ιατρίδου,
Εστία).
Στον 19ο αιώνα ο «Δον Κιχώτης» λειτούργησε ως παραδειγματικό έργο για την τέχνη
του μυθιστορήματος. H παρωδία, η συγγραφική αυτοσυνειδησία, η άρνηση της παλιάς
εποχής αποτέλεσαν το στέρεο υφάδι της μεταγενέστερης πεζογραφίας. Διακειμενικές
αναφορές, συγγραφικοί χαιρετισμοί ή κλέψει-κλέψει τεχνικές ανέδειξαν το
συγκεκριμένο κείμενο σε ονομασμένη μήτρα του σύγχρονου μυθιστορήματος.
Κακοτυχία
Στις νουβέλες του Θερβάντες κυκλοφορούν Τσιγγάνες, κλεφτρόνια, αρχόντισσες,
έμποροι. Οι ιστορίες είναι γεμάτες περιπέτειες, έρωτες, παθήματα και πάθη (στη
φωτογραφία ο πίνακας «Το Διάβασμα της Μοίρας» του Καραβάτζιο, 1596 - 97)
Ο
Θερβάντες έγραφε εντατικά: ποίηση, νουβέλες, θεατρικά έργα, μυθιστορήματα. Τρία
χρόνια πριν από τον θάνατό του, εκδόθηκαν σχεδόν όλα μαζί. Ο συγγραφικός πυρετός
συνδυάστηκε μ' έναν περιπετειώδη, ταραχώδη σχεδόν, πλάνητα βίο: νεαρός
στρατιώτης στην Ιταλία, επιχειρηματίας στη Μεσόγειο, πέντε χρόνια αιχμάλωτος των
πειρατών στο Αλγέρι, έχασε το αριστερό του χέρι στη Ναυμαχία της Ναυπάκτου.
Μετονομάστηκε απαξιωτικά από τους φαρμακομύτηδες ομοτέχνους (με προεξάρχοντα τον
Λόπε ντε Βέγκα) σε «Κουλό της Ναυπάκτου». H κακοτυχία του είχε, τουλάχιστον,
χιούμορ. Ο επιδέξιος συγγραφέας υπήρξε κουλός και, σύμφωνα με άλλες πηγές,
τραυλός. Ο ίδιος, με τη φλεγματική (αυτο)ειρωνεία ανταπάντησε στους χολιασμένους
κακόγλωσσους: «απώλεσα την αριστεράν μου προς δόξαν της δεξιάς».
Οι Υποδειγματικές Νουβέλες του Θερβάντες, δώδεκα τον αριθμό, δημοσιεύονται το
1613. Σε πολλά μοιάζουν με τις παρένθετες διηγήσεις που διαβάζουμε στο κείμενο
του «Δον Κιχώτη». H τέχνη και η τεχνική της παρέκβασης, της ένθετης στην αφήγηση
νουβέλας, απαντά για πρώτη φορά στο έργο του Ηροδότου. Ο Θερβάντες λέγεται ότι
δεν γνώριζε τις γλώσσες των κλασικών, ελληνικά και λατινικά. Όμως η αφηγηματική
του στόφα και πιθανόν οι λαϊκότερες παραμυθικές εκδοχές αυτής της σπειροειδούς
τεχνικής τον στρέφουν προς τα εκεί. Στον «Δον Κιχώτη» ο αφηγηματικός κορμός δεν
εξελίσσεται ευθύγραμμα και μονότροπα, αλλά ξεστρατίζει, συστρέφεται ή εκβάλλει
σε ένθετες αφηγήσεις που αυτονομούνται και, τελικά, αναδεικνύονται σε
αφηγηματικά μικροσύμπαντα.
Στον A' τόμο της παρούσας έκδοσης, στον οποίο μεταφράζονται οι έξι από τις
δώδεκα νουβέλες του Θερβάντες, κυκλοφορούν Τσιγγάνες, κλεφτρόνια, αρχόντισσες,
έμποροι. Οι ιστορίες είναι γεμάτες περιπέτειες, έρωτες, παθήματα και πάθη. Εκεί,
τα αξιοφάγωτα κοράσια είναι πάντα τυραννικά όμορφα, οι έρωτες αντέχουν κάθε
χουνέρι, οι περιπέτειες έχουν ευτυχές και στρογγυλό τέλος. H τέχνη της υπερβολής
κεντιέται ψιλοβελονιά και οι ήρωες διαγράφονται αδρομερώς. Είναι πιο πολύ «τύποι»
παρά συγκεκριμένοι χαρακτήρες. Ο Θερβάντες δεν ενδιαφέρεται να απεικονίσει
λεπτές ψυχολογικές αποχρώσεις και να ερμηνεύσει συμπεριφορές. Πιο πολύ
ενδιαφέρεται να ιστορήσει το παραμυθικό μέρος της περιπέτειάς τους, με όλα τα
σκαμπανεβάσματα, τις προσδοκώμενες και τις απροσδόκητες τροπές της.
Επικρίσεις
Οι επικριτές του Θερβάντες μίλησαν για «θεατρικά έργα σε πρόζα». Το θεατρικό
στοιχείο στις συγκεκριμένες νουβέλες είναι εμφανές, σκηνοθετεί δροσερά την πρόζα
του συγγραφέα και δεν ενοχλεί τον σύγχρονο αναγνώστη. Όμως, το δυνατό σημείο του
παραμυθά Θερβάντες είναι η «εύρεσις». H μυθοπλόκος φαντασία του, που παρασέρνει.
Στις
νουβέλες του Θερβάντες οι «καλοί» είναι παντελώς - και ενίοτε αφελώς - άσπιλοι.
Ο αφηγητής απευθύνεται στους ήρωές του με αποστροφές, πράγμα που συνηθίζει και
στον «Δον Κιχώτη». Ο σύγχρονος αναγνώστης ίσως κουραστεί με τόση συσσωρευμένη
αθωότητα: η Πρεθιόσα στη Νουβέλα της μικρής Τσιγγάνας είναι ανυπόφορα
καλοπροαίρετη και απόκοσμα αναμάρτητη, μια «Κάρμεν σε κατάσταση αθωότητας», όπως
σχολίασε κάποιος μελετητής. Όμως ο Ρινκονέτε και ο Κορταδίγιο, αυτοί οι ανήλικοι
μπαγαμπόντηδες, ανοίγουν μπρος στα μάτια μας την αυλή των θαυμάτων: η «υπενθύμιση
για τις μαχαιριές που θα δοθούν αυτήν την εβδομάδα» και η «υπενθύμιση δημόσιων
προσβολών, δηλαδή: χτυπήματα με μπουκάλα στο κεφάλι, άλειμμα με κεδρόρακο,
κάρφωμα στις πόρτες κατηγορητηρίων και κεράτων, εμπαιγμοί, λαχτάρες, ξαφνιάσματα
και ψεύτικα μαχαιρώματα, δημοσίευση λιβέλλων και τα λοιπά» ανοίγουν μπρος στα
μάτια μας έναν καλά κρυμμένο και εορταστικά πολύχρωμο υπόκοσμο. Πολύ αργότερα,
τον 19ο αιώνα, θα ξανασυναντήσουμε παρόμοιες σελίδες, στις οποίες ένα παιγνιώδες,
σχεδόν γιορτινό, κακό καταδεικνύει την κοινωνική εξαθλίωση και παρουσιάζεται με
τέτοιο υπόπικρο χιούμορ και τόση παραστατική δύναμη: θα μας τις χαρίσει ο Βίκτωρ
Ουγκώ στην «Παναγία των Παρισίων».
Το βιβλίο συνοδεύεται από Πρόλογο, που εντάσσει το έργο στα εργοβιογραφικά και
ιστορικά του συμφραζόμενα και το συστήνει με σύγχρονους αναγνωστικούς όρους,
καθώς, επίσης, από τον ολόδροσο, ειρωνικό και φιλοπαίγμονα Πρόλογο για τον
αναγνώστη του ίδιου του Θερβάντες.
ΔΩΣΕ MOY ΔΥΝΑΜΗ NA ΒΑΣΤΑΞΩ TA ΦΑΡΜΑΚΙΑ
«Μόχθησε το μυαλό μου, έτσι πορεύτηκα, και ξέρω ότι πρώτος εγώ έγραψα νουβέλα
στη γλώσσα της Καστίλλης. (...) Υπόσχομαι πολλά κι έχω λίγες δυνάμεις. Μα ποιος
μπορεί την πεθυμιά να χαλινώσει; (...) Ο Θεός να σε φυλάγει κι εμένα να μου
δώσει δύναμη να βαστάξω όσα φαρμάκια θα μου πουν ένα σωρό γραμματιζούμενοι κι
αλαζόνες. Αμήν!» (Από τον Πρόλογο για τον αναγνώστη)
ΤΑ ΝΕΑ , 17-01-2004 , Σελ.: P29
Κωδικός άρθρου: A17842P291
ID:399053
Δικτυογραφία προτείνει η Τερέζα
Γιακουμάτου
The
Cervantes project:
www.csdl.tamu.edu/cervantes/english/index.html
<-----
Βιβλιοπόντιξ
<-----
Αρχική
|